Στις 4 Αυγούστου του 1936 κηρύσσεται στρατιωτικός νόμος και αρχίζει η περίοδος της μεταξικής φασιστικής δικτατορίας. Ο φίλοΝαζί Ιωάννης Μεταξάς , ένας από τους κύριους υπεύθυνους των δολοφονιών εργατών στην Θεσσαλονίκη κατά τον εορτασμό της Πρωτομαγιάς του 1936, τον οποίο στήριζαν οι Άγγλοι, ο Γεώργιος Β' και οι τραπεζίτες με τους εργοδότες, ανακηρύχθηκε Πρωθυπουργός (τα αστικά κόμματα του έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης). Μόλις ο Μεταξάς ανέλαβε Πρωθυπουργός, διέλυσε την Βουλή και επέβαλε φασιστική δικτατορία.
Ο θαυμαστής του Γκαίμπελς ήταν ήδη ο βασικός εκφραστής της αστικής τάξης στην προσπάθεια της να τσακίσει τους εργατικούς αγώνες και να μπλέξει την χώρα στους ανταγωνισμούς για τον επερχόμενο ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Από τις πρώτες πράξεις της δικτατορίας ήταν τα διατάγματα που προέβλεπαν αναστολή των διατάξεων 8 άρθρων του Συντάγματος, τη διάλυση της Βουλής και την επιστράτευση των εργαζομένων σε υπηρεσίες "δημοσίας ωφελείας" (σιδηροδρομικοί, τροχιοδρομικοί κ.ά.).
Η στήριξη του κεφαλαίου ήταν άμεση. Ο πρωτεργάτης της σφαγής των εργατών στο Πασαλιμάνι το 1923 Ανδρέας Χατζηκυριάκος (ιδιοκτήτης της τσιμεντοβιομηχανίας "ΑΓΕΤ Ηρακλής" και πρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχάνων και Βιοτεχνών Ελλάδας) ανέλαβε υπουργός Εθνικής οικονομίας. Υψηλόβαθμα στελέχη της Εθνικής τράπεζας όπως οι Αλέξανδρος Κορυζής, Ιωάννης Αρβανίτης, Α. Αποστολίδης, Δ. Μάξιμος ανέλαβαν υπουργικά χαρτοφυλάκια. Στον στενό κύκλο του Μεταξά με σημαντική συμμετοχή στις αποφάσεις βρίσκονταν ο διοικητής της Εθνικής Τράπεζας Ιωάννης Δροσόπουλος, ο Αλέξανδρος Κανελλόπουλος, διευθύνων σύμβουλος της Ανωνύμου Ελληνικής Εταιρείας Χημικών Προϊόντων και Λιπασμάτων και ο Πρόδρομος (Μποδοσάκης) Αθανασιάδης. Στήριξη στη δικτατορία προσέφεραν και οι βιομήχανοι Επαμεινώνδας Χαρίλαος, Ν. Κανελλόπουλος, οι Λαναράς-Κύρτσης, οι αδελφοί Ηλιάσκοι, ο Γ. Πεσματζόγλου, η εταιρεία ενέργειας "Πάουερ" και άλλοι.
Η δικτατορία βρήκε ισχυρή στήριξη και από τα εκδοτικά συγκροτήματα Δ. Λαμπράκη ("Ελεύθερον Βήμα"), Γ. Α. Βλάχου ("Καθημερινή"), Αχ. Κύρου ("Εστία") κ.ά. Ορισμένες εφημερίδες μάλιστα είχαν ταχθεί υπέρ της επιβολής δικτατορίας της προτού εκδηλωθεί (π.χ. "Καθημερινή", "Εστία", "Ελεύθερον Βήμα").
Τα χρόνια που ακολούθησαν την επιβολή της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου ήταν η χρυσή εποχή για το κεφάλαιο. Σε μόλις δύο χρόνια τα κέρδη των εφοπλιστών αυξήθηκαν κατά 100%! Οι τιμές των μετοχών εκτοξεύτηκαν σε ελάχιστο χρόνο. Προσέφερε τρομερές διευκολύνσεις στα ξένα μονοπώλια και στους ντόπιους κεφαλαιοκράτες δίνοντάς τους συμβάσεις δημοσίων έργων και επιβάλλοντας σιγή νεκροταφείου στους χώρους δουλειάς, μέσω της απαγόρευσης των απεργιών και του ελέγχου των σωματείων.
Από την άλλη ο λαός υπέφερε και στέναζε από την φτώχεια, την πείνα και την ανελευθερία. Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία της εποχής (1938) το ετήσιο εισόδημα για περίπου 630.000 οικογένειες της χώρας ήταν μέχρι 18.727 δραχμές. Άλλες 632.768 οικογένειες είχαν εισόδημα μέχρι 36.275 δραχμές. Όλα αυτά όταν το κόστος ζωής υπολογίζοταν στις 60.000 δραχμές. Υπήρχαν όμως και περίπου 900 οικογένειες που είχαν ετήσιο εισόδημα πάνω από 2.125.000 δραχμές!
Στα χρόνια της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου, επιβλήθηκαν στο λαό περίπου 3 δισεκατομμύρια νέοι φόροι! Η ακρίβεια ειδικά στα είδη πρώτης ανάγκης ήταν τόσο μεγάλη που δεν μπορούσαν να την κρύψουν ούτε και οι ίδιοι οι χουντικοί αναγκαζόμενοι να δημιουργούν επιτροπές σε μια προσπάθεια να περιορίσουν την ανεξέλεκτη άνοδο των τιμών.
Και επειδή πολλά θα ακουστούν από τους νοσταλγούς του καθεστώτος αυτές τις ημέρες. Η γενικευμένη καθιέρωση του 8ώρου ήρθε σαν αποτέλεσμα των αγώνων της εργατικής τάξης το προηγούμενο διάστημα και εφαρμογή ψηφισμένων διατάξεων προηγούμενων αστικών κυβερνήσεων. Η ίδρυση του ΙΚΑ ήταν ουσιαστικά η εφαρμογή του νόμου 6298, που είχε ψηφιστεί το 1934. Οι παροχές του ΙΚΑ οι οποίες ήταν ελάχιστες σταμάτησαν σε μόλις 2 χρόνια από την ίδρυσή του (1939) και το σύστημα κατάρρευσε. Αιτία η 1η μεγάλη ληστεία των αποθεματικών των ασφαλιστικών οργανισμών την οποία έκανε ο Μεταξάς όταν με την μορφή αναγκαστικού δανείου προχώρησε στην κατάσχεσή τους. Το συνολικό ποσό των αποθεματικών που κατασχέθηκαν πλησίαζε τα 850 εκατομμύρια δραχμές (500 από αυτά ήταν του ΙΚΑ). Όσο για την καθιέρωση της 1ης Μάη ως "Ηµέρας Εορτασµού της Εργασίας" αυτή δεν είχε σχέση με την Εργατική Πρωτομαγιά που ξεκίνησε να εορτάζετε στην Ελλάδα το 1893 αλλά ήταν μια αργία για να υμνείται ο φασισμός.
Στα σκάνδαλα η δικατορία τα πήγε πολύ καλά. Πέρα από τις παραχωρήσεις σε μονοπώλια, βιομήχανους, τράπεζες, εφοπλιστές μέσω διαταγμάτων και αναθέσεων έργων υπήρξε όπως συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις ένας μεγάλος αριθμός παρατρεχάμενων που καταλήστεψε τα δημόσια ταμεία. Για να καλύψει τα σκάνδαλα του δημάρχου Αθηναίων Κ. Κοτζιά και να μην διωχθεί ποινικά, ο Μεταξάς τον έκανε Υπουργό! Ο δικτάτορας διόρισε καθηγητές Πανεπιστημίου και τους δυο γαμπρούς του! Εκατομμύρια ξοδεύονταν στους εργατοπατέρες και στη διορισμένη "ΓΣΕΕ" όπου το ένα σκάνδαλο ξεσπούσε μετά το άλλο. Το μεγαλύτερο άντρο της διαφθοράς, ήταν το "καμάρι" του δικτάτορα,η φασιστική οργάνωση νεολαίας, η ΕΟΝ. Εκατομμύρια άρπαζαν με τους διάφορους υποχρεωτικούς εράνους και την δήθεν "εθελοντική" προσφορά μεροκάματων από τους εργαζομένους που κατέληγαν στις τσέπες διάφορων αετονύχηδων.
Όμως εκεί που το καθεστώς της διαφθοράς και της φασιστικής σαπίλας τα πήγε καλύτερα από παντού ήταν στην αντιμετώπιση του βασικού του εχθρού. Κομμουνιστές, σοσιαλιστές, δημοκρατικοί, πρωτοπόροι εργάτες, φοιτητές, αγρότες και διανοούμενοι ήταν αυτοί ενάντια στους οποίους στράφηκε το καθεστώς της 4ης Αυγούστου από την πρώτη στιγμή. Εγκαθίδρυσε ένα κράτος άγριας ταξικής βίας, αστυνομοκρατίας και βασανιστηρίων, φυλακών και εξοριών. Αξιοποίησε και ενίσχυσε όλους τους μηχανισμούς καταστολής που είχαν δημιουργήσει οι "δημοκρατικές" κυβερνήσεις ενάντια στο εργατικό κίνημα και δημιούργησε και νέους. Χιλιάδες φυλακίστηκαν, εξορίστηκαν. Τότε ιδρύθηκε το κάτεργο της Ακροναυπλίας, ενώ ανάμεσα σ' αυτούς που δολοφόνησε η 4η Αυγούστου ήταν ο Χρήστος Μαλτέζος, Γραμματέας της ΟΚΝΕ, ο Μήτσος Μαρουκάκης, δημοσιογράφος του "Ριζοσπάστη", ο Νίκος Βαλιανάτος, ο δάσκαλος Σταυρίδης.
Η δικτατορία γέμισε τη χώρα ρουφιάνους απογειώνοντας το χαφιεδελίκι ενάντια σε όποιον εργαζόμενο αγωνιζόταν για τα δικαιώματα του. Ιδιαίτερη "προσοχή" έδωσε στην προσπάθεια να μυήσει την νεολαία στην σαπίλα του φασισμού μέσω την ΕΟΝ. Κάθε τι διαφορετικό μπήκε στο στόχαστρο της. Κατά τα πρότυπα των ναζί προχώρησε στο δημόσιο κάψιμο βιβλίων και επέβαλε ασφυκτική λογοκρισία σε όλα τα πεδία της κοινωνικής ζωής απλώνοντας ένα μαύρο σκοτάδι πάνω από την χώρα.
Όσον αφορά την "αμυντική θωράκιση" της χώρας, η αστική τάξη με την βοήθεια της φασιστικής δικτατορίας βρήκε μια ευκαιρία για πλουτισμό και μίζες. Οπως γράφει ο Σ.Λιναρδάτος "οι υπέρογκες πολεμικές δαπάνες της 4ης Αυγούστου ουδόλως συνέβαλαν στην απόκρουση της ιταλικής επίθεσης, καθότι μονομερώς προσανατολισμένες στην απόκρουση του βουλγαρικού κινδύνου και-απόλυτα αναχρονιστικές: 2 ολόκληρα δισεκατομμύρια δραχμές έφυγαν για τα οχυρά της "Γραμμής Μεταξά" στην Ανατ. Μακεδονία, έναντι μόλις 2 εκατομμυρίων δραχμών που δαπανήθηκαν στην ελληνοαλβανική μεθόριο! Τις παραμονές του πολέμου η στρατιά της Ηπείρου δεν διέθετε αντιαρματικά όπλα, το δε απόσπασμα της Πίνδου (το απόσπασμα Δαβάκη) το πρωί της 28ης Οκτωβρίου "ευρέθη άνευ εφεδρικών πυρομαχικών"! (Σπ. Λιναρδάτος, "Η εξωτερική πολιτική της 4ης Αυγούστου», σ. 283-322).
Ο ίδιος ο Α.Παπάγος,αρχηγός του ΓΕΣ το 1940, έγραψε πως "Την απρόκλητον Ιταλικήν επίθεσην της 28ης Οκτωβρίου υπέστη η Ελλάς ούσα σχεδόν ανεπιστράτευτος". Όσον αφορά το ΟΧΙ που δήθεν είπε ο Ματαξάς. Ο Μεταξάς δεν είπε κανένα "ΟΧΙ", ούτε απέρριψε κάποιο τελεσίγραφο των Ιταλών. Δεν μπορείς να απορρίψεις κάτι για το οποίο δεν σε έχουν στην ουσία ρωτήσει. Η επίδοση του τελεσιγράφου ήταν μια τυπική υπόθεση, δεδομένου ότι οι απαιτήσεις των Ιταλών ήταν εξωφρενικές και συνειδητά αόριστα διατυπωμένες,ενώ έδιναν ένα περιθώριο μόλις 3 ωρών. Η επίθεση ήταν προαποφασισμένη. Αυτό εξηγεί και την αντίδραση του Μεταξά, ο οποίος το μόνο που έκανε ήταν να αναγνωρίσει την κατάσταση:"Alors, c’est la guerre" (ώστε έχουμε πόλεμο). Ο Ιταλός πρεσβευτής Γκράτσι γράφει στο ημερολόγιο ότι όταν ανακοίνωσε στον Μεταξά την κήρυξη του πολέμου το βράδυ της 28ης Οκτωβρίου, ο φασίστας "ηγέτης" άρχισε να τρέμει και να δακρύζει.
Η καταστροφική για την χώρα πολιτική του δικτάτορα συνεχίστηκε και μετά τις αρχικές παλινωδίες και την ηττοπάθεια του Γενικού Επιτελείου του Μεταξά("Ο Παπάγος δήλωνε σε υφισταμένους του (συγκεκριμένα στον επιτελάρχη συνταγματάρχη Γεωργούλη) ότι "θα ρίξωμεν μερικές τουφεκιές δια την τιμήν των όπλων"). Ο ξεσηκωμός του λαού όμως ήταν μεγάλος και απέκρουσε τους Ιταλούς. Ο Μεταξάς όμως όχι μόνο αρνήθηκε να αποκαταστήσει τις ελευθερίες του(κρατώντας στην φυλακή όλους τους πολιτικούς κρατούμενους που ζητούσαν να πολεμήσουν) αλλά προσπάθησε, αντί να οργανώσει την λαική άμυνα να κάνει ότι ήταν δυνατό για να αποδυναμώσει την χώρα. Η Κρήτη ήταν αφοπλισμένη από τον φασίστα Μεταξά. Όταν άρχισε ο πόλεμος, οι Κρητικοί ζήτησαν να συγκροτήσουν ομάδες πολιτοφυλακής. Ο Κ. Μανιαδάκης απαγόρευσε την δημιουργία ένοπλων ομάδων. Προτιμούσαν να μην γίνει αντίσταση αρκεί να μην πάρει όπλα ο λαός.
Ο ίδιος ο Μεταξάς 28 Οκτωβρίου 1940, ημέρα που αρχίζει ο πόλεμος, δείχνει έκπληκτος ("Φανατισμός του λαού αφάνταστος") και την επομένη αρχίζει να...ανησυχεί("Με ανησυχεί η υπεραισιόδοξος Κοινή Γνώμη"). Όσο ο λαός αποκρούει τους Ιταλούς, τόσο μεγαλώνει ο φόβος του Μεταξά για τους...Έλληνες. 5 Δεκεμβρίου 1940 γράφει στο ημερολόγιο: "΄Συνεχείς νίκαι προχωρήσεως. Ανησυχίαι για το μέλλον μου; Είναι σωστό αυτό; Εκ μέρους μου;
Και στις 31 Δεκεμβρίου 1940: "Σε τέτοιον αγώνα τα εσωτερικά πολιτεύματα σβήνονται. Ποιό θα μείνει όρθιο; Ο Θεός βοηθός" Τον Ιανουάριο του 1941 ο φασίστας δικτάτορας κλαίγεται για για την επίθεση των Μουσολίνι/Χίτλερ με το επιχείρημα ότι είναι ίδιος με αυτούς: "Δεν πρόκειται αν ο Χίτλερ και ο Μουσσολίνι εξεκίνησαν από μια τίμια ιδεολογία. Αυτό μπορεί. Το ζήτημα είναι αν εκρατήσανε αυτή την ιδεολογία.., τότε ο αγώνας τους ήτανε και έμεινε μεγάλος...κτυπώντας την Ελλάδα, κτυπούσανε τη σημαία αυτή".
Αυτός ήταν ο Μεταξάς, αυτή ήταν η 4η Αυγούστου, αυτή ήταν η Ελληνική αστική τάξη που τον έκανε δικτάτορα. Ο κύριος εχθρός τους δεν ήταν ποτέ ούτε οι Ιταλοί, ούτε οι Γερμανοί. Ο κύριος εχθρός τους ήταν ο Ελληνικός λαός και ο βασικός φόβος τους ήταν πως θα κρατήσουν την εξουσία τους για να συνεχίσουν να τον εκμεταλλεύονται. Ο Μεταξάς μπορεί να πέθανε στις 29 Ιανουαρίου του 1941, αλλά ο καταστροφικός ρόλος της 4ης Αυγούστου συνεχίστηκε.
Λίγους μήνες μετά, αξιωματικοί της 4ης Αυγούστου παρέδωσαν την χώρα στους ναζί και έτρεξαν να μπουν στις "κυβερνήσεις" τους. Σε μια απο τις μεγαλύτερες προδοσίες της Ελληνικής ιστορίας, η 4η Αυγούστου παρέδωσε τους Έλληνες πολιτικούς κρατούμενους στις δυνάμεις Κατοχής. Οι περισσότεροι από τους κρατούμενος (κυρίως Κομμουνιστές) αυτούς εκτελέστηκαν κατά την διάρκεια της ναζιστικής κατοχής.
Όλος ο μηχανισμός των φασιστών, χαφιέδων,βασανιστών της 4ης Αυγούστου μπήκε στην υπηρεσία των ειδώλων του Μεταξά, των ναζί, για να κυνηγήσει τους ίδιους που κυνηγούσε και πριν. Εργαζόμενους, κομμουνιστές και δημοκρατικούς, που τώρα αντιστέκονταν στην φασιστική κατοχή.
Να σημειώσουμε ότι όλη η σαπίλα της μεταξικής δικτατορίας, η εξυπηρέτηση κάθε απαίτησης της εργοδοσίας, η κρατική τρομοκρατία, η προδοσία, η διαφθορά, η φασιστική προπαγάνδα της "εθνικοφροσύνης", χρησιμοποιήθηκε, μαζί με όλα τα καθάρματα που υπηρέτησαν την 4η Αυγούστου και απο τις μεταπολέμικές κυβερνήσεις. Η αστική τάξη της Ελλάδας συνεχίζει να έχει την εξουσία στην χώρα μέχρι σήμερα βασιζόμενη πολλές φορές σε ανθρώπους που έχουν σχέση με την δικτατορία της 4ης Αυγούστου.
Κλείνουμε την αναφορά μας με τα βασανιστήρια που εφάρμοσαν οι χαφιέδες της δικτατορίας του Μεταξά εναντίον των αντιπάλων του καθεστώτος, των κομμουνιστών, σοσιαλιστών, δημοκρατικών, εναντίον των πρωτοπόρων εργατών, φοιτητών, αγροτών και διανοουμένων μέσα από το βιβλίο του Σπύρου Λιναρδάτου, «Η 4η Αυγούστου».
«..Το ρετσινόλαδο και ο πάγος ήταν από τις κυριότερες μεθόδους βασανισμού για την απόσπαση «ομολογιών» και «δηλώσεως μετανοίας». Το βασανιστήριο του ρετσινόλαδου εφαρμοζόταν περίπου με τον παρακάτω τρόπο:
Στο τραπέζι του ανακριτή – βασανιστή υπήρχαν τρία ποτήρια, το ένα με 30 δράμια, το άλλο με 75 και το τρίτο με 100 δράμια ρετσινόλαδο. Αν ο ανακρινόμενος δεν ομολογούσε ή δεν υπέγραφε του έδιναν να πιει το πρώτο ποτήρι. Στην περίπτωση που αρνιόταν και έφερνε αντίσταση άρχιζαν το άγριο ξυλοκόπημα, τη φάλαγγα ή χρησιμοποιούσαν άλλες μεθόδους βασανισμού. Ύστερα από μισή ώρα, εφόσον ο αρχιβασανιστής – ανακριτής το έκρινε σκόπιμο, ακολουθούσε το δεύτερο στάδιο ανάκρισης και ο κρατούμενος έπινε το δεύτερο ποτήρι των 75 δραμιών. Αν η αντίσταση του κρατουμένου ήταν μεγάλη, ύστερα από ένα τετράωρο γινόταν και η τρίτη «ανάκρισις” και τον υποχρέωναν να πιει ένα ποτήρι των 100 δραμιών. Σ’ αυτό το διάστημα και αρκετές ώρες ύστερα από την επενέργεια του καθαρτικού, ο κρατούμενος ήταν κλεισμένος στο κελί του και δεν του επέτρεπαν να πάει στο αποχωρητήριο. Το αποτέλεσμα ήταν ότι ο κρατούμενος γινόταν αληθινό ράκος και το κελί, στο οποίο τον άφηναν κλεισμένο τέσσερις, πέντε και περισσότερες μέρες, αληθινός υπόνομος.
Το δεύτερο βασανιστήριο ήταν η στήλη πάγου. Ανέβαζαν τον κρατούμενο στην ταράτσα της Ασφάλειας και τον υποχρέωναν να καθίσει γυμνός πάνω σε μια στήλη πάγου. Το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο με του ρετσινόλαδου. Ο κρατούμενος γινόταν αληθινό ράκος. Πολλές φορές οι βασανιστές τον υποχρέωναν να κάθεται τόση πολλή ώρα πάνω στον πάγο, ώστε ορισμένοι κρατούμενοι πάθαιναν κρυοπαγήματα (…).
Άλλο βασανιστήριο ήταν το τράβηγμα των νυχιών με τσιμπίδες. Σε άλλους έβαζαν σπίρτα στα νύχια και τα άναβαν ή τους έκαιγαν το κορμί με τσιγάρο. Αλλους τους χτυπούσαν με σακουλάκια άμμο στα πόδια. Το ξύλο και τα βασανιστήρια γίνονταν συνήθως στην ταράτσα της Γενικής ή Ειδικής Ασφάλειας για να μην ακούγονται οι φωνές του κρατουμένου (…).
Οι βασανιστές του Κ. Μανιαδάκη χρησιμοποιούσαν και πολλά άλλα μέσα για να αποσπάσουν «ομολογίες” ή «δηλώσεις” και να υποτάξουν τους δημοκράτες στο φασιστικό καθεστώς. Μια μεσαιωνική μέθοδος βασανισμού που χρησιμοποιούσαν ήταν το σιδερένιο στεφάνι. Το περνούσαν στο κεφάλι του κρατουμένου και το έσφιγγαν σιγά σιγά όσο προχωρούσε η ανάκριση.
Άλλο μέσο ήταν η περίφημη «πιπεριά” που προκαλούσε φοβερό άγχος στον κρατούμενο και η «γάτα” που καταξέσκιζε τις σάρκες. Η πιο συνηθισμένη μέθοδος ήταν η «φάλαγγα”. Αφού επί ώρες έδερναν οι βασανιστές τον κρατούμενο στα πέλματα με δεμένα πόδια σ’ ένα κρεβάτι ή μια καρέκλα, ύστερα τον υποχρέωναν να τρέχει ξυπόλυτος στην ταράτσα της Ασφάλειας. Η ίδια ομάδα βασανιστών στην Ασφάλεια χρησιμοποιούσε και μια ακόμα βάρβαρη μέθοδο: Αφού έκανε ράκος τον κρατούμενο από το ξύλο, τον περιέλουζε κατόπιν με κουβάδες βρώμικο νερό (…).
Υπολογίζεται ότι εκτός από τους δεκάδες αγωνιστές που πέθαναν από τις κακουχίες στις φυλακές και τις εξορίες και τις εκατοντάδες που παραδόθηκαν από το ξενοκίνητο καθεστώς της 4ης Αυγούστου στους Γερμανοϊταλούς κατακτητές και εκτελέστηκαν, 12 τουλάχιστον δολοφονήθηκαν στην περίοδο της 4ης Αυγούστου κατά τον ίδιο τρόπο στα διάφορα φασιστικά κάτεργα.
Γενική αρχή του καθεστώτος ήταν «σακατεύετε, αλλά μη σκοτώνετε”. Οι αφηνιασμένοι βασανιστές δεν μπορούσαν πάντα να συγκρατήσουν το «ζήλο” τους σε ορισμένα όρια.
Έπειτα, πολλές δολοφονίες έγιναν προμελετημένα, γιατί το καθεστώς ήθελε να «ξεπαστρέψει” και μερικούς για να φοβηθούν και να «σπάζουν” ευκολότερα οι άλλοι. Σε πολλές δεκάδες φτάνουν οι πολίτες που τρελάθηκαν, έγιναν φυματικοί ή ανάπηροι ή υπέφεραν για πολλά χρόνια ύστερα από τα βασανιστήρια (…)».
Πηγές :
Περιοδικό Praxis review
Ημεροδόμος - Ν. Μπογιόπουλος.
Ριζοσπάστης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου